Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΤΗΛΕΦΩΝΙΚΕΣ ΦΑΡΣΕΣ

ΤΗΛΕΦΩΝΙΚΕΣ ΦΑΡΣΕΣ
ΓΡΑΦΕΙ Ο Γιώργος Ρουσόπουλος

Μια φορά κι έναν καιρό, δηλαδή αμέτρητες φορές και πριν καμιά τριανταριά χρόνια, τότε που υπήρχε μόνο ο ΟΤΕ, που δεν υπήρχε η αναγνώριση κλήσεων και – το κυριότερο – που ο κόσμος ήταν πολύ πιο αθώος και ανεκτικός, οι τηλεφωνικές φάρσες έδιναν κι έπαιρναν, σαν ιδιότυπο χόμπι (της νεολαίας κυρίως) μιας κοινωνίας πολύ πιο δεκτικής σε ανώδυνα παιχνίδια τέτοιου τύπου.

Ως χόμπι, η τηλεφωνική φάρσα δεν ήταν αυτοσκοπός αλλά όταν προέκυπτε ερχόταν να σπάσει τη βαριεστιμάρα κάποιου ή να εμπλουτίσει τη ‘’διασκέδαση’’ της παρέας.
Ομολογώ πως δεν το ‘’είχα’’ ποτέ με το… άθλημα. Όμως είχα την τύχη να κάνω παρέα έναν εξπέρ του είδους, τον εφηβικό φίλο και συμμαθητή μου, τον Παντελή. Αν υπήρχε διαγωνισμός ταλέντου στη φάρσα, το λιγότερο που μπορώ να πω είναι πως ο Παντελής θα άξιζε να λάβει μέρος. Τα περισσότερα από αυτά τα λίγα που μπορώ να θυμηθώ και που θα διαβάσετε παρακάτω ανήκουν στο… ρεπερτόριό του.
Η ΦΑΡΣΑ ‘’ΕΧΩ ΔΙΑΘΕΣΗ ΝΑ ΜΙΛΗΣΩ ΜΕ ΚΑΠΟΙΟΝ’’
Η σωστή φάρσα δεν ξεκινούσε με το που σήκωνε το ακουστικό το ‘’υποψήφιο θύμα’’ αλλά νωρίτερα, στο δημιουργικό διάστημα που ο φαρσέρ προετοίμαζε στο μυαλό του το ποιον θα πάρει και το τι θα του πει. Ενίοτε, μια απλή ιδέα οδηγούσε σε ενδιαφέρον αποτέλεσμα.
Μια φορά που ήμουν στο σπίτι του Παντελή γύρισε και μου είπε: «Α, έχω μέρες να πάρω τηλέφωνο τον γείτονα». «Ποιόν γείτονα;», του απάντησα απορημένος. «Να… έχω βρει έναν τύπο που έχει πλάκα και του τηλεφωνώ που και που». «Γείτονάς σου είναι;» υπέθεσα κι εγώ. «Όχι ακριβώς. Δηλαδή κατά κάποιο τρόπο είναι…».
«Που σημαίνει;»
«Που σημαίνει πως είπα μια μέρα να κάνω μια φάρσα και σκέφτηκα να πάρω το τηλέφωνό μου, με αλλαγμένο το τελευταίο νούμερο – έτσι βγήκε το ‘’γείτονας’’. Απάντησε λοιπόν αυτός ο τύπος, και επειδή φυσικά δεν γινόταν να ξεχάσω το νούμερό του συνέχισα από τότε να τον παίρνω που και που να μιλάμε».
«Καλά, και τι λέτε; Αυτός πώς το πήρε;»
«Γεια σου γείτονα, του λέω πάντα. Τι κάνεις, η γυναίκα σου καλά; Τα παιδιά;… Τις πρώτες φορές μου έριξε μπινελίκια. Όμως τώρα έχει αλλάξει. Το πήρε κι αυτός χαλαρά και μιλάμε σχεδόν σαν φίλοι. Του ‘χει βγει και το πατρικό και με ρωτάει ‘’γιατί βρε παιδί μου το κάνεις αυτό, έχεις τίποτα προβλήματα; Μπορώ να σε βοηθήσω σε κάτι;’’»
Η ‘’ΡΟΖ’’ ΦΑΡΣΑ
Στους περισσότερους άντρες (και όχι μόνο) που βρίσκονται στα δεύτερα ‘’άντα’’ και πάνω, το όνομα Γαβριέλα είναι όχι απλώς γνωστό αλλά και… μυθικό. Αμούστακο και ντροπαλό παιδί ακόμα, άρχισα να κοκκινίζω προκαταβολικά όταν άκουσα από το στόμα του φίλου μου πως: «Έλα…, έχω βρει το τηλέφωνο της Γαβριέλας… κάτσε να την πάρουμε». «Ρε Παντελή είσαι σίγουρος; Και τι θα της πεις;». «Δεν ξέρω, ό,τι μου κατέβει. Με τρώει η περιέργεια να την ακούσω»
Και την ακούσαμε τη συχωρεμένη μετά από λίγο, μ’ αυτή τη βαριά φωνή της προχωρημένης ηλικίας, να απαντάει κοφτά λες και την είχε οσμιστεί τη δουλειά ήδη από το ντριννν της συσκευής. Κάτι ξεκίνησε να πει ο Παντελής με τη λεπτή φωνή που μύριζε παιδαρέλι από χιλιόμετρα, κι έτσι παλιά… όπως ήταν στο κουρμπέτι η Γαβριέλα του το ξέκοψε αμέσως: «Αγοράκι… για τηλεφωνική μ@λ@κί@ αλλού, όχι εδώ» και το ‘κλεισε…
Η ‘’ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΗ’’ ΦΑΡΣΑ
Internet δεν υπήρχε, πολλά κανάλια δεν υπήρχαν, κι έτσι συνηθιζόταν τότε το να σε καλούν στο τηλέφωνο από κάποιες εταιρείες που είχαν να σου προτείνουν προσφορές σε προϊόντα (απορρυπαντικά, τρόφιμα κ.λ.π.) – καμιά σχέση βέβαια με τον σημερινό πόλεμο νεύρων.
Καθώς το έδαφος ήταν προετοιμασμένο λοιπόν:
Παντελής: «Καλημέρα σας»
Άγνωστη νοικοκυρά: «Καλημέρα σας»
Π: «Είμαστε από την εταιρεία ΟΜΟ. Έχετε την ευκαιρία να κερδίσετε 3 συσκευασίες απορρυπαντικού. Το μόνο που πρέπει να κάνετε είναι να επαναλάβετε αργά τρεις φορές την λέξη ΟΜΟ»
ΑΝ: «ΟΜΟ, ΟΜΟ, ΟΜΟ»
Π: «Παρ’ την πού..@ μου και δρόμο!»
Η ΦΑΡΣΑ ΣΕ ΔΥΟ ΜΕΡΗ
«Καλημέρα σας. Σας τηλεφωνώ από τον ΟΤΕ. Κάνουμε εργασίες συντήρησης στην περιοχή σας και θέλουμε τη βοήθειά σας»
«Τι μπορώ να κάνω;»
«Κάτι απλό. Μόλις κλείσουμε θα πρέπει για λίγο να βγάλετε το καλώδιο από την πρίζα. Όταν το βγάλετε……..»
«Ναι;…»
«Να το βάλετε στον κώλ@ σας!
Ακολουθούσε άμεσο κλείσιμο του τηλεφώνου, καθώς το καλύτερο έμενε για μετά. Αφού περνούσε κανένα τέταρτο η κλήση επαναλαμβανόταν και:
«Ναι;»
«Εντάξει. Τώρα μπορείτε να το βγάλετε…»
Η ΦΑΡΣΑ ‘’ΜΑ ΟΝΟΜΑ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟ;
Απαραίτητη προϋπόθεση εδώ ήταν το να έχεις τηλεφωνικό κατάλογο. Όταν έβρισκες ένα παράξενο όνομα ‘’έπαιζες’’ με αυτό:
«Καλησπέρα σας. Ο κύριος Κουκούτσης;»
«Μάλιστα»
«Από τι είσαστε; Από καρπούζι ή πεπόνι;»
Υπενθυμίζω εδώ πως ήταν μια εποχή αθώα – τα αστεία ήταν καμιά φορά αρκετά παιδιάστικα…
Η ΦΑΡΣΑ ‘’ΒΟΗΘΕΙΑ, ΚΑΙΓΟΜΑΙ!’’
Τηλεφώνημα στην Πυροσβεστική, κατά προτίμηση από κορίτσι, ή με προσαρμοσμένη κατά το δυνατό τη φωνή:
«Βοήθεια... Τρέξτε…»
«Τι συμβαίνει κυρία μου;»
«Γρήγορα… Καίγομαι…»
«Που; Τι καίγεται;…»
«Τρέξτε σας λέω… Το μ…ί μου καίγεται!»
Η ΦΑΡΣΑ ‘’Η ΖΩΗ ΤΕΛΙΚΑ ΕΙΝΑΙ Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΦΑΡΣΑ’’
Δύο φορές τουλάχιστον η φάρσα κατέληξε σε ‘’τραβέρσο ανάστροφο’’. Βλέπετε, ο φίλος μου κι εγώ ήμασταν ακόμα μικροί και ανυποψίαστοι - ακόμα μαθαίναμε τον κόσμο. Δεν λογίζαμε θάνατο (πρώτη περίπτωση) ούτε πως με το χρήμα δεν είναι να παίζει κανείς ούτε για αστείο (δεύτερη περίπτωση)
1η περίπτωση: Τηλεφώνημα στην τύχη, απαντάει μια γυναίκα. Ο Παντελής αναπτύσσει αργά και μεθοδικά το σενάριο πως είναι μέλος μιας συμμορίας και πως ο άντρας της άτυχης γυναίκας είναι μπλεγμένος με τη συμμορία και πως έχει κάποιους ανοιχτούς λογαριασμούς. Εγώ έχω μείνει κάγκελο με αυτά που ακούω και είμαι στο παρά πέντε να μείνω… γενικώς όταν η δύστυχη γυναίκα λέει «Μα ο άντρας μου πέθανε πριν εννέα μήνες». Το πιο εύκολο θα ήταν να τελειώσει εκεί το τηλεφώνημα, όμως ο Παντελής – προς τιμήν του, άρχισε μετά το αρχικό σοκ την επιχείρηση ‘’ανασκευή’’. Η συνδιάλεξη κράτησε περίπου μισή ώρα, όταν πια λύθηκε η ‘’παρεξήγηση’’, πως τάχα το τηλεφώνημα προοριζόταν για κάποιον άλλον με τον οποίο υπήρχε συνωνυμία, και όταν ο φίλος μου ζήτησε συγγνώμη για την αναστάτωση που προκάλεσε. Αυτός είναι και ο λόγος που αναφέρω αυτήν την ‘’φάρσα’’, για να δείξω πως το να κάνεις φάρσες εκείνη την εποχή δεν σήμαινε πως ήσουν και αναίσθητος…
2η περίπτωση: Τηλεφώνημα σε οίκο ευγηρίας, τάχα από ιδιοκτήτη γραφείου τελετών που επρόκειτο να ανοίξει στην ίδια περιοχή.
«Ξέρετε, πρόκειται να ανοίξω ένα γραφείο τελετών κοντά σας και σκεφτόμουν μήπως θα μπορούσαμε να συνεργαστούμε…»
«Ναι, βεβαίως και ενδιαφερόμαστε. Όμως θα ήταν καλύτερο να τα πούμε από κοντά. Ελάτε όποτε θέλετε να κουβεντιάσουμε τις λεπτομέρειες…»
Όσο κι αν ακούγεται παράξενο, η ‘’ανταμοιβή’’ του φαρσέρ ή τουλάχιστον αυτό που λογικά περίμενε ήταν και το πιο δίκαιο: ‘’Εγώ σε δουλεύω, κι εσύ έχεις το δικαίωμα να με βρίσεις’’ – ολοκληρωμένο και
τίμιο ‘’Deal’’. Όταν το πράγμα δεν ‘’έβγαινε’’ έτσι, τότε η ζωή αποδεικνυόταν ο μεγαλύτερος φαρσέρ…
Δεν θα ήθελα όμως να κλείσω έτσι. Γι αυτό κράτησα για το τέλος την:
ΦΑΡΣΑ ΚΑΤΑ ΡΙΠΑΣ ΚΑΙ ΑΠΟ ΣΠΟΝΤΑ
Εδώ, σε άλλον γινόταν η φάρσα και άλλος την… λουζόταν. Προχωρημένη ώρα, γύρω στις 11 τη νύχτα Παρασκευής και βολτίτσα στους δρόμους της πόλης. Κάποια στιγμή, στάση έξω από ένα pet shop. Παραδίπλα από το κατάστημα ένας τηλεφωνικός θάλαμος. «Αυτό είναι!» μονολόγησε ο φίλος μου. Με ρώτησε αν είχα χαρτί και στυλό - γνωρίζοντας την ‘’παραξενιά’’ μου να τα έχω πάντα μαζί μου και τα δύο, κι αφού του τα έδωσα άρχισε να σημειώνει τηλέφωνα αγγελιών που βρίσκονταν στην βιτρίνα, από ανθρώπους που χάριζαν ή πουλούσαν σκυλάκια κάθε ηλικίας. Ήξερα πως δεν ενδιαφερόταν σε καμία περίπτωση να αποκτήσει κατοικίδιο και τον ρώτησα προς τι όλο αυτό. «Περίμενε και θα δεις!»
Ακολούθησε μπαράζ τηλεφωνημάτων στο ίδιο ύφος: ‘’Γεια σας και συγγνώμη που σας τηλεφωνώ τέτοια ώρα, όμως είδε το παιδί μου το σκυλάκι σας στην αγγελία και ξετρελάθηκε και θέλω να του το κάνω δώρο. Μπορείτε να το φέρετε αύριο στο σπίτι μου να του κάνω έκπληξη για τα γενέθλιά του;’’
Φυσικά, το μόνο που άλλαζε ήταν η ώρα του… ραντεβού. Ακόμη πιο… ‘’φυσικά’’ το όνομα και η διεύθυνση ήταν σε όλες τις περιπτώσεις αυτά ενός ταλαίπωρου συμμαθητή ο οποίος εκείνη την ώρα δεν μπορούσε με τίποτα να διανοηθεί αυτό που τον περίμενε την επομένη: πέντε διαδοχικές επισκέψεις από σκυλάκια προς πώληση ή για χάρισμα, ανά μισή ώρα το καθένα…
Είμαι σίγουρος πως όσοι προλάβατε εκείνη την εποχή θα έχετε να θυμηθείτε περισσότερες και ίσως και καλύτερες φάρσες – το θέμα είναι ανεξάντλητο. Αν ναι, κι αν δεν φοβάστε να δείξετε το παιδί μέσα σας, (ξανα)μοιραστείτε τις με τους φίλους σας ή ακόμη και με τα παιδιά σας. Η αθωότητα δεν ‘’σκουριάζει’’ ποτέ…
ΥΓ. Αφιερωμένο στον Παντελή – όπου κι αν βρίσκεται, ως ένα μικρό ευχαριστώ για τις ωραίες στιγμές…

Σχόλια