Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Επίγεια έκλειψη

Επίγεια έκλειψη

έψαξε και βρήκε ο Γιώργος Στρέττο 

Μια φορά και έναν καιρό ήταν ο Θεός. Μια γιγάντια μορφή, γεμάτος από λέξεις που δεν χωράει ανθρώπου στόμα. Εμείς, για να μπορέσει να προχωρήσει το παραμύθι, θα το πούμε αγάπη. 

Δημιούργησε το φως και το σκοτάδι για να υπάρχει ισορροπία, και μέσα τους, χώρεσε τον Ήλιο και την Σελήνη. Τους έδωσε δυνάμεις υπερφυσικές. 

Στον Ήλιο έδωσε τη δύναμη να ζεσταίνει και να φωτίζει την επόμενη δημιουργία του, που ήταν ο άνθρωπος. Στο φεγγάρι έδωσε τη δύναμη να φωτίζει τη νύχτα και να συντροφεύει τα δάκρυα των πονεμένων και τον έρωτα των εραστών. 

Το τίμημα του Ήλιου γι’αυτή του τη μαγεία ήταν να μείνει για πάντα μοναχός. Αφού μόλις άγγιζε τα πλάσματα, αυτά καιγόντουσαν. Κι έτσι βάφτισε την μοναξιά του ανάγκη και σταμάτησε να αγαπά.

Η Σελήνη που άκουγε αιώνες τις ιστορίες της αγάπης των ανθρώπων ζήλευε κι επιζητούσε μάταια συντροφιά…

Τότε ο Θεός, που έβλεπε το μαράζι των πρωτότοκων παιδιών του, αποφάσισε να τους γνωρίσει μεταξύ τους και δημιούργησε την έκλειψη. Έδωσε εντολή στον άνθρωπο να μην στρέψει το βλέμμα του στον ουρανό γιατί η δύναμη της επαφής τους, ίσως να του έκανε κακό.

Τα δύο ουράνια σώματα ενώθηκαν στον ουρανό και μείναν εκεί σαν Ένα, μέχρι ξανά να χωριστούν. Ευγνώμων και οι Δύο για την σωτήρια παρέμβασή Του, δεν παραπονέθηκαν ξανά. Ο Θεός όμως πολύ σύντομα κατάλαβε. 

Αποφάσισε λοιπόν για να καταπραΰνει τη βουβή θλίψη τους, να βάλει στη θέση τους άψυχα σώματα και τα ίδια να τα μετατρέψει σε θνητούς χωρίς να θυμηθούν ποτέ τι υπήρξαν και τι ένιωσαν. Αγουροξυπνημένοι πια οι θνητοί που τίποτα δεν μαρτυρούσε το ταξίδι από την αιωνιότητα, περπατούσαν στο μονοπάτι της επίγειας ζωής, μέχρι να συναντηθούν.

Ο Πατέρας τους που παρακολουθούσε από μακριά, ένωσε τα μονοπάτια τους και τους επέτρεψε να αναγνωρίσει ο Ένας τον Άλλον μέσα του. 

Οι Δύο νέοι ήταν σαστισμένοι. Μαθημένοι αντίθετα ο καθένας, μαράζωναν που δεν μπορούσαν να συνεργαστούν. Η αγάπη τους ήταν βαθιά  και μοναδική. Ριζωμένη μέχρι το τελευταίο τους κύτταρο. Για κάποιον ανεξήγητο λόγο κατά αυτούς, τους ήταν αδύνατο να ζήσει ο Ένας δίχως τον Άλλον. Αλλά δεν μπορούσαν και μαζί. Ήταν τόσο αντίθετοι μεταξύ τους που η καθημερινή ζωή τους ήταν Γολγοθάς. Οι άνθρωποι γύρω τους που καταλάβαιναν την εσωτερική τους μάχη, τους προκαλούσαν να απομακρυνθούν και να κοιτάξουν αλλού. Τότε ήταν όμως που πείσμωναν και ερχόντουσαν ακόμα πιο κοντά. Η μάχη της Δυάδας ήταν μέσα τους κι όχι γύρω τους.

Λίγο πριν καταρρεύσουν, ο φιλεύσπλαχνος Πατέρας, ο γεμάτος λέξεις ανάξιες από ανθρώπου στόμα να ειπωθούν, συγκινήθηκε και αποφάσισε να τους ελευθερώσει. Έδωσε το μισό του εαυτού του άντρα στην γυναίκα, και το μισό του εαυτού της γυναίκας στον άντρα. Κι έκανε ό,τι τους είχε κάνει και στον ουρανό. Δημιούργησε μια επίγεια έκλειψη. Το ζευγάρι παρέμεινε Ένα. Και αυτή τη φορά δεν χρειάστηκε να χωριστούν ξανά ποτέ. 


Και ζήσαν αυτοί καλά. Κι η ανθρωπότητα καλύτερα…

Πηγή

Σχόλια